Αναμφίβολα, είναι τεράστιο το ιστορικό και πνευματικό στίγμα του Παπουλάκου, διότι ως λειτουργική σύνθεση Πατριωτικού-Εθνικού και Ορθοδόξου φρονήματος, ξεπέρασε την Ιστορική σχετικότητα και αποτελεί φράγμα στη σημερινή «σύγχρονη αναθεώρηση» των Ορθόδοξων αξιών. Ήταν ένας αληθινός και σεμνός μοναχός, που ομιλούσε (πάντα) με πάθος και ιερότητα για την ορθόδοξη πίστη και για την Ελλάδα.
Χρειάζεται, σήμερα, να προσδιορίσουμε όλες τις συνάψεις που επικοινωνούν με τις παραδόσεις της Ορθοδοξίας και του Έθνους, διότι οι σημερινοί πολιτικοί (γενικά) είναι αρνητές των πατροπαράδοτων δομών, προσπαθώντας να περάσουν στους ανθρώπους (ιδίως στους νέους) την αντίληψη ότι Ορθοδοξία και Έθνος είναι συστήματα και διαδικασίες «επιβεβλημένης άγνοιας».
Ανιχνεύοντας το παρελθόν με Ορθόδοξα, Εθνικά, επιστημονικά και παιδαγωγικά κριτήρια, συναντούμε και την αγιασμένη μορφή του «ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΥ» (Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος). Η δράση του και η διδασκαλία του αποτελούν τις συντεταγμένες της πνευματικής αγωνίας του (προσδοκιών του) για τους Έλληνες κάθε εποχής, που κινδυνεύουν να γίνουν (σήμερα) «Homo Electronicus».
Γιατί χρειάζεται η αναφορά μας στις νεότερες διδασκαλίες πνευματικών Πατέρων της Εκκλησίας και του Έθνους (Νικόδημος Αγιορείτης, Κολλυβάδες, Αγ. Κοσμάς Αιτωλός, Φλαμιάτος και Παπουλάκος); Διότι, σήμερα, υποκείμεθα κατ’ αναλογία (όπως εκείνοι) σε δύο δυναμικές τάσεις∙ η μία είναι φυγόκεντρος, που ερωτοτροπεί με τον αφελληνισμό, τον οικουμενισμό και την πανθρησκεία, ενώ η άλλη είναι η κεντρομόλος, προς το κέντρο του κόσμου που είναι ο Χριστός και η μοναδική Εκκλησία Του, η Ορθόδοξη.
Την φυγόκεντρη τάση ενισχύει τόσο ο πρωθυπουργοκεντρικός χαρακτήρας του Κράτους, όσο και το ήθος των πολιτικών κομμάτων, που περνούν βαθιά κρίση στην ιδεολογία τους, χωρίς να αρνούμεθα το θεσμό τους στις δημοκρατικές κοινωνίες.
Ο μακάριος Παπουλάκος ανήκει στους κρότους της Εκκλησίας, ανήκει στους Χοχλακάδες, που κρατούν τα ακρογιάλια της Εκκλησίας.
Η σημερινή οργανωμένη κοινωνία – εκκλησιαστικά και πολιτικά – δεν θέλει την πνευματική – κριτική λειτουργία της συνείδησης των Χοχλακάδων.
Πολλές φορές η γρηγορούσα καθολική και πνευματική όραση του μακαριστού Καθηγουμένου της Ι.Μ. Δοχειαρίου Γρηγορίου, μας παρηγόρησε, ως ζωντανή συνείδηση της Εκκλησίας.
Έγραψε σχετικά:
«Σε όλες τις θάλασσες του κόσμου υπάρχουν τα ακρογιάλια, υπάρχουν οι ακτές, που σκαν τα κύματα και σηκώνονται βουνά, υπάρχουν όμως και οι περιοχές που τις ονομάζουμε Χοχλακάδες εκεί που δεν υπάρχει άμμος και μικρό χαλίκι, παρά μεγάλες χουχούλες, που στις φουρτούνες συγκρούονται μεταξύ τους και βγάζουνε φωνή ώσπερ υδάτων πολλών.
Πολλές φορές στάθηκα σ’ αυτούς τους χοχλακάδες και φοβήθηκα τους κρότους της θάλασσας, την σύγκρουση των πετρών μεταξύ τους.
Δεν σηκώνουν κύματα, αλλά πραγματικά σαν να βρίσκονται μέσα σ’ ένα μεγάλο καζάνι και κοχλάζουνε… Αυτούς τους κρότους αν είχε η Εκκλησία, ίσως πολλούς θα κρατούσε στις ακρογιαλιές της. δυστυχώς, οι κρατούντες και οι μη κρατούντες κληρικοί πιστεύουν ότι δεν πρέπει να υπάρχουν χοχλακάδες, παρά μόνον ακρογιαλιές. Εμείς όμως που ζούμε μέσα στον κόσμο έχουμε δυστυχώς ανάγκη από τους χοχλακάδες. Κάποιος να φωνάζει, κάποιοι να κρατούν τα χέρια, κάποιοι να είναι έτοιμοι να πουν στον κόσμο «ξυπνάτε».
Σ’ αυτούς τους χοχλακάδες δεν μπορεί κανείς να κοιμηθεί. Ακούει κρότους και φοβάται». (Χριστ. Σπίθα, Ιαν-Φεβρ. 2018, Σελ. 1,2,3,7).
Να θυμηθούμε ότι ο Παπουλάκος, ο χαρισματούχος αγωνιστής του Γένους, αγωνίσθηκε-έζησε στην Ευρωπαϊκή σκλαβιά (Βαυαροκρατία) της Ελλάδος.
Βαυαροκρατία, μια σχεδιασμένη κηδεμόνευση του πνευματικού βίου της Ελλάδος.
Ένας εξευρωπαϊσμός στην Εκκλησία, στην πολιτική, στην οικονομία, στην παιδεία, παντού.
Στους Νεοέλληνες ίσως γεννηθεί το ερώτημα: ποια η ταυτότητα του Παπουλάκου; Στρατηγικό το ερώτημα, διότι κινδυνεύει (σήμερα) να ξεχαστή.
Ο Παπουλάκος γεννήθηκε στα Άμπουνα των Καλαβρύτων (1780 ή 1785)∙ άσημος, ταπεινός, πλήρης ζήλου, όπως οι Προφήτες της Π. Διαθήκης, οι Απόστολοι και ο Σωκράτης της αρχαιότητος.
Ο Μοναχός Παπουλάκος υπήρξε φυσιολογική παρέμβαση της Πρόνοιας του Θεού στην Βαυαροκρατία. Ο Κοσμάς Φλαμιάτος υπογράμμισε:
«Οι Βαυαροί περνούν τέτοια σίδερα και τέτοιες καδένες στο λαό, που ούτε ο Μωάμεθ ο Πορθητής δεν είχε βάλει στο νου του να περάση στα χέρια της Ορθοδοξίας» και τον κάλεσε σε αγώνα (Βλέπε βιβλίο «Παπουλάκος» του Κ. Μπαστιά, σελ. 115). Δικαίως χαρακτηρίσθηκε η διδασκαλία του Παπουλάκου «ως πύρινη δροσιά του λόγου του».
1ο Σχόλιο: Φιλοσοφικά, οι άνθρωποι στη σχέση τους με το νου και την πολεμική εμπειρία, χωρίζονται (πιστεύω) σε τρεις (3) κατηγορίες:
α) Είναι τα πρόσωπα – συνειδήσεις, που όσο πολεμούνται τόσο μάχονται-γιγαντώνονται, β) Είναι εκείνοι, οι οποίοι στην αύξηση του πολέμου εναντίον τους απελπίζονται, απογοητεύονται και βυθίζονται στα σκοτεινά νερά της απόγνωσης και γ) Είναι εκείνοι που όσο τους πολεμούνε, τόσο εκτείνονται διανοητικά, συναισθηματικά και σωματικά στα χιλιόμορφα πρόσωπα της αδιαφορίας. Ο Παπουλάκος ανήκει στην πρώτη κατηγορία, με το Ορθόδοξο χριστιανικά περιεχόμενό της (τέλος σχολίου).
Με την ώθηση του Κοσμά Φλαμιάτου και του Παπουλάκου δημιουργήθηκε κλίμα ιεραποστολικής δράσεως, εκ διαμέτρου αντίθετο με την Βαυαροκρατία, όπου «Μοναστήρια διελύοντο, μοναχοί εξεδιώκοντο και αι μοναχαί εξηναγκάζοντο εις γάμον. Η Ορθόδοξος πίστις εδιώκετο∙ οι υιοί του Λούθηρου και του Καλβίνου στόχον είχον την Εκκλησίαν μας» (Αυγουστίνος Καντιώτης).
Η ιεραποστολική δράση του Παπουλάκου πήρε (τότε) ένα βαθύ πνευματικό νόημα, ως σύζευξη Μοναχισμού και Ιεραποστολής, με όλες τις ηθικές, κοινωνικές, πολιτικές και σωτηριολογικές συνέπειές της, που ευνόησαν (αναμφίβολα) το έθνος και την εκκλησία.
Η επίσημη εκκλησία (τότε) δεν έπειθε, ότι η πορεία της ήτο πράγματι μετάβαση από το νόημα του Ευαγγελίου στην ανάλογη διαγωγή του βίου, γι’ αυτό και ο σχετικός έλεγχος του Παπουλάκου, ο εμβριθής (ελεγκτικός) πνευματικός αντίλογός του στη διοίκηση της Εκκλησίας και στο Κράτος, δημιούργησε διώξεις και φυλάκισή του∙ δεν έγινε μέρος τους, μέσα σ’ ένα διακλαδικό σύστημα εκκλησιαστικών και πολιτικών εκτροπών!
Λιγοστές σήμερα, δυστυχώς, οι ισχυρές Μοναχικές συνειδήσεις «Παπουλάκου», τα υψηλά και εύφορα πνεύματα, που με την άγρυπνη – ορθόδοξη συνείδησή τους υποδεικνύουν αγωνιστική γραμμή πλεύσεως έναντι της αθεΐας του κράτους και του οικουμενισμού της επισήμου εκκλησίας∙ όχι ως μια ακαδημαϊκή συζήτηση, αλλά ως στάση ζωής.
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ