ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Φιλιπ. γ’ 8-19
8 Ἀλλὰ μενοῦνγε καὶ ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι διὰ τὸ ὑπερέχον τῆς γνώσεως Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μου, δι᾿ ὃν τὰ πάντα ἐζημιώθην, καὶ ἡγοῦμαι σκύβαλα εἶναι ἵνα Χριστὸν κερδήσω 9 καὶ εὑρεθῶ ἐν αὐτῷ μὴ ἔχων ἐμὴν δικαιοσύνην τὴν ἐκ νόμου, ἀλλὰ τὴν διὰ πίστεως Χριστοῦ, τὴν ἐκ Θεοῦ δικαιοσύνην ἐπὶ τῇ πίστει, 10 τοῦ γνῶναι αὐτὸν καὶ τὴν δύναμιν τῆς ἀναστάσεως αὐτοῦ καὶ τὴν κοινωνίαν τῶν παθημάτων αὐτοῦ, συμμορφούμενος τῷ θανάτῳ αὐτοῦ, 11 εἴ πως καταντήσω εἰς τὴν ἐξανάστασιν τῶν νεκρῶν. 12 οὐχ ὅτι ἤδη ἔλαβον ἢ ἤδη τετελείωμαι, διώκω δὲ εἰ καὶ καταλάβω, ἐφ᾿ ᾧ καὶ κατελήφθην ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ. 13 ἀδελφοί, ἐγὼ ἐμαυτὸν οὔπω λογίζομαι κατειληφέναι· 14 ἑν δέ, τὰ μὲν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος κατὰ σκοπὸν διώκω ἐπὶ τὸ βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. 15 ὅσοι οὖν τέλειοι, τοῦτο φρονῶμεν· καὶ εἴ τι ἑτέρως φρονεῖτε, καὶ τοῦτο ὁ Θεὸς ὑμῖν ἀποκαλύψει. 16 πλὴν εἰς ὃ ἐφθάσαμεν, τῷ αὐτῷ στοιχεῖν κανόνι, τὸ αὐτὸ φρονεῖν. 17 Συμμιμηταί μου γίνεσθε, ἀδελφοί, καὶ σκοπεῖτε τοὺς οὕτω περιπατοῦντας, καθὼς ἔχετε τύπον ἡμᾶς. 18 πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν, -οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, 19 ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες!
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
8 Ὄχι δὲ μόνον ὅταν ἐφωτίσθην καὶ ἤμην εἰς τὰς πρώτας ἡμέρας τῆς ἐπιστροφῆς μου, ἀλλὰ βεβαίως καὶ τώρα ἑξακολουθῶ νὰ νομίζω, ὅτι ὅλα εἶναι ζημία συγκρινόμενα πρὸς τὴν ὑπεροχὴν τῆς γνώσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μου, διὰ τὸν ὁποῖον ἐστερήθην καὶ ἀπέρριψα ὅλα διὰ νὰ ἐγκολπωθῶ αὐτὸν ὡς σωτῆρα μου.. Καὶ τὰ θεωρῶ σκύβαλα καὶ ἀξία περιφρονήσεως διὰ νὰ κερδήσω τὸν Χριστόν, 9 καὶ διὰ νὰ εὑρεθῶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς Κρίσεως ἐνωμένος μὲ αὐτὸν καὶ μὴ ἔχων δικαιοσύνην, τὴν ὁποίαν μὲ τοὺς ἰδικούς μου κόπους καὶ ἱδρῶτας ἀπέκτησα διὰ τῆς ἐπακριβοῦς τηρήσεως τοῦ νόμου. Ἀλλ’ ἐπιζητῶ νὰ ἔχω τότε τὴν δικαιοσύνην, ποὺ ἀποκτᾶται διὰ τῆς πίστεως εἰς τὸν Χριστὸν καὶ προέρχεται ἐκ τοῦ Θεοῦ καὶ στηρίζεται ἐπὶ τῆς πίστεως. 10 Ζητῶ δὲ τὴν ἐκ πίστεως δικαιοσύνην διὰ νὰ γνωρίσω διὰ τῆς θρησκευτικῆς μου πείρας τὸν Χριστὸν καὶ τὴν δύναμιν, ποὺ πηγάζει εἰς ἠμᾶς ἀπὸ τὴν ἀνάστασίν του. Καὶ νὰ συμμετάσχω εἰς τὰ παθήματά του, πάσχων καὶ ἐγὼ διωγμοὺς καὶ κακοπαθείας, καθὼς ἐκεῖνος, καὶ ἐξομοιούμενος πρὸς τὸν θάνατόν του διὰ τῆς ἀποκτήσεως τῶν αὐτῶν συναισθημάτων, ποὺ εἶχεν ὁ Χριστός, ὅταν ἀπέθνησκε. 11 Προσπαθῶ νὰ γίνω συμμέτοχος τῶν παθημάτων καὶ τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, μήπως ἠμπορέσω καὶ ἑγὼ νὰ ἐπιτύχω καὶ ἀπολαύσω τὴν ἔνδοξον ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν. 12 Δὲν λέγω, ὅτι ἔλαβον πλέον τὸ βραβεῖον ἢ ὅτι ἔχω πλέον κατορθώσει τὴν πνευματικὴν τελειοποίησίν μου. Δὲν ἔχω φθάσει ἀκόμη εἰς τὸ ἔνδοξον αὐτὸ τέρμα, ἀλλ’ ἀγωνίζομαι καὶ τρέχω μὲ κόπον καὶ βιασύνην, μήπως ἠμπορέσω καὶ πιάσω στερεὰ ἐκεῖνο, διὰ τὸ ὁποῖον ἐπιάσθην καλὰ ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Εἶναι δὲ αὐτὸ ἡ πλήρης ἐπιτυχία εἰς τὸ ἔργον τῆς ἀποστολῆς μου καὶ ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μου. 13 Ἀδελφοί, ἐγὼ δὲν θεωρῶ ἀκόμη, ὅτι ἐπέτυχα τὸν σκοπόν, διὰ τὸν ὁποῖον ἀπεστάλην ἀπὸ τὸν Κύριον. Ὅσα καὶ ἂν ἔχω ἐργασθῇ ἕως τώρα καὶ ὅσα καὶ ἂν κατώρθωσα, δὲν φρονῶ ὅτι ἀνταπεκρίθην πλήρως εἰς τὴν ἀποστολήν μου. 14 Ἀλλὰ ἕνα πρᾶγμα κάνω καὶ δι’ ἓν φροντίζω· λησμονῶ μὲν τὰ ὅσα ἔγιναν εἰς τὸ παρελθόν, ποὺ τὰ ἔχω ἀφήσει ὀπίσω μου, ἀπλώνομαι δὲ διαρκῶς καὶ σπεύδω πρὸς ἐκεῖνα, ποὺ εἶναι ἐμπρός μου, καὶ τὰ ὁποῖα μένουν ἀκόμη ἀνεκτέλεστα καὶ πρέπει νὰ τὰ ἐκτελέσω. Καὶ ἔτσι προχωρῶ κατ’ εὐθεῖαν πρὸς τὸν ἐπὶ διωκόμενον σκοπὸν καὶ τρέχω βιαστικὰ διὰ νὰ λάβω τὸ βραβεῖον, τὸ ὁποῖον μᾶς ἐπιφυλάσσει ἡ πρόσκλησις πρὸς τὸν οὐρανὸν ἐπάνω, ὅπου μᾶς καλεῖ ὁ Θεὸς διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. 15 Ὅσοι λοιπὸν προσπαθοῦμεν νὰ γίνωμεν τέλειοι, τοῦτο ἂς φρονῶμεν δηλαδὴ ἂς μὴ νομίζωμεν, ὅτι ἐπετύχαμεν τὸ βραβεῖον, ἀλλὰ ἂς ἐπεκτεινώμεθα πάντοτε πρὸς τὰ ἐμπρός. Καὶ ἐὰν ἔχετε κανὲν διαφορετικὸν φρόνημα, ποὺ δὲν πρέπει νὰ τὸ ἔχετε, δὲν ἀνησυχῶ. Διότι καὶ αὐτὸ θὰ σᾶς τὸ φανερώσῃ ὁ Θεός. 16 Πλὴν μὴ μένετε ξένοιαστοι μὲ τὴν ἐλπίδα, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ σᾶς φανερώσῃ ἐκεῖνο, ποὺ δὲν ἠξεύρετε. Ἀλλ’ εἰς τὸ πνευματικὸν σημεῖον, εἰς τὸ ὁποῖον ἐφθάσαμεν, πρέπει νὰ προσέχωμεν νὰ μὴ πέσωμεν ἔξω. Καὶ διὰ νὰ μὴ πάθωμεν αὐτό, πρέπει νὰ ἀκολουθῶμεν ὅλοι τὸν αὐτὸν κανόνα τῆς συμπεριφορᾶς ποὺ ἐδιδάχθημεν, καὶ νὰ ἔχωμεν τὸ αὐτὸ φρόνημα τῆς ἀληθείας. 17 Δὲν σᾶς ζητῶ τίποτε τὸ ἄγνωστον καὶ ἀδύνατον. Μὲ ἠξεύρετε ὅλοι καλά. Γίνεσθε λοιπόν, ἀδελφοί, ὅλοι μαζὶ μιμηταί μου καὶ προσέχετε εἰς ἐκείνους, ποὺ δεικνύουν εἰς τὸν βίον των τὴν ὑποδειγματικὴν συμπεριφοράν, ποὺ σᾶς ἐδώκαμεν ὡς παράδειγμα· καὶ μὲ αὐτοὺς συναναστρέφεσθε. 18 Σᾶς λέγω νὰ δίδετε προσοχὴν μόνον εἰς αὐτούς, ποὺ πολιτεύονται κατὰ τὸ ἰδικόν μας παράδειγμα, διότι πολλοὶ παρουσιάζουν κακὴν συμπεριφοράν. Περὶ αὐτῶν, ὅταν ἤμην εἰς Φιλίππους πολλὲς φορὲς σᾶς ἔκαμα λόγον, τώρα δέ, ἐπειδὴ ἐν τῷ μεταξὺ ἐχειροτέρευσαν, μὲ κλάματα ὁμιλῶ δι’ αὐτούς, ποὺ μὲ τὴν σαρκικήν των ζωὴν ἀποδεικνύονται ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι σύμβολον αὐτοθυσίας καὶ πόνου. 19 Αὐτῶν τὸ τέλος θὰ εἶναι ἡ ἀπώλεια, διότι θὰ καταλήξουν εἰς τὴν αἰωνίαν κόλασιν. Αὐτοὶ ὡς Θεόν λατρεύουν τὴν κοιλίαν των καὶ δόξαν των θεωροῦν πράξεις ποὺ φέρουν ἐντροπήν, ἔχουν δὲ φρονήματα γήϊνα.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Λκ. ι’ 1-15
1 Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέδειξεν ὁ Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα, καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ τόπον οὗ ἤμελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι. 2 ἔλεγεν οὖν πρὸς αὐτούς· ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι· δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ. 3 ὑπάγετε· ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν μέσῳ λύκων. 4 μὴ βαστάζετε βαλάντιον, μὴ πήραν, μηδὲ ὑποδήματα, καὶ μηδένα κατὰ τὴν ὁδὸν ἀσπάσησθε. 5 εἰς ἣν δ᾿ ἂν οἰκίαν εἰσέρχησθε, πρῶτον λέγετε· εἰρήνη τῷ οἴκῳ τούτῳ. 6 καὶ ἐὰν ᾖ ἐκεῖ υἱὸς εἰρήνης, ἐπαναπαύσεται ἐπ᾿ αὐτὸν ἡ εἰρήνη ὑμῶν· εἰ δὲ μήγε, ἐφ᾿ ὑμᾶς ἐπανακάμψει. 7 ἐν αὐτῇ δὲ τῇ οἰκίᾳ μένετε ἐσθίοντες καὶ πίνοντες τὰ παρ᾿ αὐτῶν· ἄξιος γὰρ ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ ἐστι· μὴ μεταβαίνετε ἐξ οἰκίας εἰς οἰκίαν. 9 καὶ θεραπεύετε τοὺς ἐν αὐτῇ ἀσθενεῖς, καὶ λέγετε αὐτοῖς· ἤγγικεν ἐφ᾿ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 10 εἰς ἣν δ᾿ ἂν πόλιν εἰσέρχησθε καὶ μὴ δέχωνται ὑμᾶς, ἐξελθόντες εἰς τὰς πλατείας αὐτῆς εἴπατε· 11 καὶ τὸν κονιορτὸν τὸν κολληθέντα ἡμῖν ἀπὸ τῆς πόλεως ὑμῶν εἰς τοὺς πόδας ἡμῶν ἀπομασσόμεθα ὑμῖν· πλὴν τοῦτο γινώσκετε, ὅτι ἤγγικεν ἐφ᾿ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 12 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι Σοδόμοις ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀνεκτότερον ἔσται ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ. 13 οὐαί σοι, Χοραζίν, οὐαί σοι, Βηθσαϊδά· ὅτι εἰ ἐν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἐγένοντο αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν ὑμῖν, πάλαι ἂν ἐν σάκκῳ καὶ σποδῷ καθήμενοι μετενόησαν. 14 πλὴν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἀνεκτότερον ἔσται ἐν τῇ κρίσει ἢ ὑμῖν. 15 καὶ σύ, Καπερναούμ, ἡ ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα, ἕως ᾅδου καταβιβασθήσῃ.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
1 Μετὰ ταῦτα δὲ ἐξέλεξε καὶ ἀνεγνώρισε δημοσία ὁ Κύριος καὶ ἄλλους ἑβδομήκοντα μαθητάς, καὶ ἀνὰ δύο μαζὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς προτήτερα ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του εἰς κάθε πόλιν καὶ μέρος, ὅπου ἐπρόκειτο νὰ ἔλθῃ καὶ αὐτός. 2 Ἔλεγε λοιπὸν εἰς αὐτούς· Τὰ μὲν ὥριμα διὰ θερισμὸν στάχυα εἶναι πολλά, οἱ δὲ ἐργάται ποὺ θὰ τὰ θερίσουν, εἶναι ὀλίγοι. Πολλοὶ δηλαδὴ εἶναι οἱ εὐδιάθετοι νὰ δεχθοῦν τὸ Εὐαγγέλιον καὶ νὰ σωθοῦν, ὀλίγοι ὅμως εἶναι οἱ πνευματικοὶ ἐργάται, ποὺ θὰ ὑπηρετήσουν εἰς τὸ πνευματικὸν αὐτὸ ἔργον. Παρακαλέσατε λοιπὸν τὸν Θεόν, ποὺ εἶναι κύριος καὶ ἰδιοκτήτης τῆς ὡρίμου πρὸς θερισμὸν σπορᾶς, νὰ βγάλῃ καὶ ἀποστείλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμόν του. 3 Πρὸς ἐκτέλεσιν τοῦ Θείου αὐτοῦ ἔργου πηγαίνετε καὶ σεῖς τώρα καὶ ἐκτελέσατέ το μὲ θάρρος καὶ καρτερίαν. Ἰδοὺ ἐγὼ σᾶς ἀποστέλλω σὰν ἀρνία ἥμερα ἐν μέσῳ αἱμοβόρων λύκων, πρὸς τοὺς ὁποίους ὁμοιάζουν οἱ ἐχθροὶ τοῦ εὐαγγελίου, οἱ κυριευμένοι ἀπὸ τὰ ἄγρια πάθη τῆς κακίας. 4 Μὴ βαστᾶτε πουγγίον διὰ χρήματα, οὔτε σάκκον ταξιδιωτικὸν διὰ τροφάς, οὔτε ὑποδήματα νὰ βαστᾶτε, ἀλλὰ νὰ ἀρκῆσθε εἰς αὐτὰ ποὺ φορεῖτε. Καὶ μὴ σταματάτε εἰς τὸν δρόμον σας διὰ νὰ χάσετε καιρὸν εἰς χαιρετισμοὺς μὲ κάποιον ποὺ συνηντήσατε. 5 Εἰς ὅποιο δὲ σπίτι ἐμβαίνετε, πρῶτον νὰ λέγετε· Ἄς ἔλθῃ εἰρήνη εἰς ὅλους, ὅσοι κατοικοῦν εἰς τὸ σπίτι αὐτό. 6 Καὶ ἐὰν μὲν ὑπάρχῃ εἰς τὸ σπίτι αὐτὸ ἄνθρωπος εἰρηνικός, ὥστε νὰ εἶναι ἄξιος τῆς εὐχῆς σας αὐτῆς, θὰ μείνῃ μέσα του καὶ θὰ ἐπαναπαυθῇ εἰς αὐτὸν ἡ εἰρήνη, τὴν ὁποίαν τοῦ ηὐχήθητε. Εἰ δ’ ἄλλως ἡ εἰρήνη σας θὰ ἐπιστρέψῃ πάλιν εἰς σᾶς καὶ θὰ ἀπολαύσετε σεῖς τὴν εὐχὴν τῆς εἰρήνης. 7 Εἰς αὐτὴν δὲ τὴν οἰκίαν, ποὺ ἐμβήκατε, μένετε. Καὶ ἐκεῖ τρώγετε καὶ πίνετε ἐκεῖνα, ποὺ σᾶς παρέχουν αὐτοί. Ἂς ἀναλαμβάνουν αὐτοὶ τὰ ἔξοδα τῆς συντηρήσεώς σας. Διότι εἶσθε ἐργάται, ποὺ ἐργάζεσθε διὰ τὴν πνευματικὴν ὠφέλειαν τῶν ἀνθρώπων καὶ ὁ ἐργάτης εἶναι δίκαιον νὰ λαμβάνῃ τὸν μισθὸν τῆς ἐργασίας του. Δίκαιον λοιπὸν εἶναι καὶ σεῖς νὰ συντηρῆσθε ἀπὸ ἐκείνους, διὰ τὴν πνευματικὴν ὠφέλειαν τῶν ὁποίων κοπιάζετε. Καὶ μὴ πηγαίνετε ἀπὸ ἕνα σπίτι εἰς ἄλλο σπίτι, ἀλλάζοντες διαμονήν. 8 Καὶ εἰς ὁποιανδήποτε πόλιν ἐμβαίνετε καὶ σᾶς δέχονται οἱ κάτοικοί της, τρώγετε ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα σᾶς παραθέτουν, χωρὶς νὰ ζητῆτε περισσότερον ἢ διάφορόν τι. 9 Καὶ θεραπεύετε τοὺς ἀρρώστους, ποὺ ὑπάρχουν εἰς τὴν πόλιν αὐτήν. Καὶ λέγετε εἰς αὐτούς· ἐπλησίασε καὶ μετ’ ὀλίγον ἔρχεται εἰς σᾶς ἡ πνευματικὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία διὰ τῆς ὑπὸ τοῦ Μεσσίου ἱδρυομένης Ἐκκλησίας θὰ καλῇ καὶ θὰ ἑλκύῃ τοὺς ἀνθρώπους εἰς οὐρανίαν ζωήν. Ἐτοιμασθῆτε διὰ νὰ δεχθῆτε αὐτήν. 10 Εἰς οἰανδήποτε δὲ πόλιν ἐμβαίνετε καὶ δὲν σᾶς δέχονται οἱ κάτοικοι, ἀφοῦ βγῆτε εἰς τὰς πλατείας της, εἴπατε δημοσίως, ὥστε νὰ σᾶς ἀκούσουν ὅλοι: 11 Καὶ τὴν σκόνην, ποὺ ἐκόλλησεν εἰς τὰ πόδια μας ἀπὸ τὸ χῶμα τῆς πόλεως σας, τὴν σφογγίζομεν καὶ τὴν ἀφήνομεν διὰ σᾶς. Δὲν θέλομεν τίποτε ἰδικόν σας νὰ μείνῃ ἐπάνω μας, οὔτε σχέσιν τινὰ νὰ ἔχωμεν μαζί σας. Νὰ ἠξεύρετε ὅμως αὐτό, ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπλησίασε καὶ εἶναι κοντά σας, ἀλλοίμονον δὲ εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι δὲν τὴν δέχονται. 12 Σᾶς βεβαιῶ δέ, ὅτι κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τῆς κρίσεως θὰ ἐπιβληθῇ εἰς τὰ Σόδομα περισσότερον ὑποφερτὴ τιμωρία παρὰ εἰς τὴν πόλιν ἐκείνην, ἡ ὁποία δὲν ἐδέχθη τοὺς ἀπεσταλμένους μου. 13 Ἀλλοίμονον εἰς σέ, Χοραζίν· ἀλλοίμονον εἰς σέ, Βηθσαϊδά· διότι, ἐὰν εἰς τὰς φημισμένας διὰ τὴν κακίαν τους εἰδωλολατρικὰς πόλεις Τύρον καὶ Σιδῶνα εἶχαν γίνει τὰ θαύματα, ποὺ ἔγιναν εἰς σᾶς, πρὸ πολλοῦ οἱ κάτοικοί των θὰ ἄφιναν κάθε ἄλλο ἔργον των καὶ καθισμένοι κατὰ γῆς ἐν συντριβῇ καὶ φέροντες τὰ σύμβολα καὶ ἐμβλήματα τοῦ πένθους, δηλαδὴ σάκκον ἀντὶ ἐνδύματος καὶ στάκτην ἐπὶ τῆς κεφαλῆς των, θὰ εἶχαν μετανοήσει. 14 Ἀλλὰ εἰς τοὺς κατοίκους τῆς Τύρου καὶ τῆς Σιδῶνος θὰ ἐπιβληθῇ ἐλαφροτέρα τιμωρία κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως παρὰ εἰς σᾶς. 15 Καὶ σύ, Καπερναούμ, ποὺ ἔγινες κατοικία τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Κυρίου καὶ δι’ αὐτὸ ὑψώθης δοξασμένη μέχρι τοῦ οὐρανοῦ, θὰ καταβιβασθῇς ἐντροπιασμένη μέχρι τοῦ Ἅδου. Τὰ αὐτὰ δὲ θὰ πάθουν καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ δὲν θὰ δεχθοῦν καὶ τὸ ἰδικόν σας κήρυγμα.

ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
ΑΓΙOΣ ΑΡΕΘΑΣ
Στίς 24 Ὀκτωβρίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Ἀρέθα καί τῶν σύν αὐτῷ. Ὁ Ἅγιος Ἀρέθας ἦταν ἄρχοντας τῆς πόλεως Νεγρὰν τῆς Βορείου Ὑεμένης, ὅταν αὐτοκράτορας στήν Κωνσταντινούπολη ἦταν ὁ εὐσεβής Ἰουστινιανός. Στήν γειτονική Αἰθιοπία βασίλευε ὁ ἐπίσης εὐσεβής χριστιανός Ἐλεσβαάν, στήν δέ Εὐδαίμονα Ἀραβία, τήν Ὁμηρίτιδα χώρα, τήν σημερινή Ὑεμένη ὁ ἀσεβής Ἑβραῖος Δουναάν. Ὅταν ὁ εὐσεβής Ἐλεσβαάν ὑπέταξε τόν ἀσεβῆ Δουναάν, μετά ἀπό πόλεμο καί ἔβαλε ἀνθρώπους δικούς του νά διοικοῦν τήν Ὁμηρίτιδα, αὐτός ἐπαναστάτησε καί θανάτωσε τούς ἀνθρώπους τοῦ Ἐλεσβαάν. Κατόπιν πῆγε στήν πόλη Νεγράν, οἱ πολίτες τῆς ὁποίας ἦσαν χριστιανοί καί τήν πολιόρκησε. Ἡ Νεγρὰν ὅμως ἦταν πόλη καλά ὀχυρωμένη καί οἱ χριστιανοί κάτοικοί της πολεμοῦσαν μέ γενναιότητα. Μή μπορώντας ὁ Δουσαάν νά νικήση ὁρκίζεται ὅτι θά ἀποχωροῦσε καί δέν θά πείραζε τούς πολιορκημένους χριστιανούς, ἄν αὐτοί τοῦ ἐπέτρεπαν νά μπῆ στήν πόλη εἰρηνικά. Ὅμως ὁ ἀσεβής Ἑβραῖος ἀθέτησε τούς ὅρκους του καί ὅταν μπῆκε στήν πόλη θανάτωσε ὅλους ὅσους δέν ἀρνήθηκαν τόν Χριστό, ὡς Θεό ἀληθινό. Τότε ὁ Ἅγιος Ἀρέθας παρά τό γεροντικό τῆς ἡλικίας του ὁμολόγησε μέ παρρησία τόν Χριστό καί στήριξε μέ τά λόγια του ὅλους τούς συμπολίτες του νά ἔχουν πίστη στόν Κύριό μας. Ἔτσι ἔλαβε τόν στέφανο τοῦ μαρτυρίου διά τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ.
Ἀπολυτίκιον
(Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.)
Εὐσεβείᾳ ἐμπρέπων τῇ ἀθλήσει δεδόξασαι, τὴν τῶν Χριστοκτόνων κακίαν, καθελών τῇ ἐνστάσει σου, διὸ καὶ προσενήνοχας Χριστῷ, Μαρτύρων ἀρραγῆ συνασπισμόν, ὥσπερ θεῖος παιδοτρίβης καὶ ὁδηγός, Ἀρέθα παμμακάριστε· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Μεγαλυνάριον
Κλῆρος περιούσιος καί λαός, ἔχων ταξιάρχην τόν Ἀρέθαν τόν εὐκλεῆ, τῇ τῶν πρωτοτόκων, συνήφθη Ἐκκλησίᾳ, μαρτυρικοῖς ἀγῶσιν ὅν μεγαλύνομεν.

